|
Oρισμός του δόγματος
Τα δόγματα είναι οι αποφάνσεις των Αγίων Πατέρων στις Οικουμενικές Συνόδους, όταν αντιμετώπιζαν αιρετικές διδασκαλίες που αλλοίωναν την αποκαλυπτική αλήθεια. Προηγείτο μια αιρετική διδασκαλία για τον Χριστό, το Άγιον Πνεύμα, γενικά για τον Τριαδικό Θεό, γύρω από την θεολογία των Προσώπων της Αγίας Τριάδος και την θεία Οικονομία, δηλαδή την ενανθρώπηση του Δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, του Υιού και Λόγου του Θεού, και έπειτα οι Άγιοι Πατέρες συνέρχονταν σε Τοπικές και Οικουμενικές Συνόδους και οριοθετούσαν την Ορθόδοξη πίστη.
Κεντρικό πρόσωπο για το οποίο συζητούσαν οι Άγιοι Πατέρες ήταν ο Χριστός, στον οποίον ενώθηκαν η θεία με την ανθρώπινη φύση, ατρέπτως, ασυγχύτως, αχωρίστως, αδιαιρέτως. Οπότε, οι Άγιοι Πατέρες δεν έκαναν αφηρημένες φιλοσοφικές συζητήσεις για την Αγία Τριάδα.
«Πάντοτε συζητούσαν αυτό το συγκεκριμένο Πρόσωπο, το οποίο ενεφανίζετο στους Προφήτες και απεκάλυπτε μέσα στον εαυτό Του τον Πατέρα εν Αγίω Πνεύματι, οπότε δεν συζητούσαν κατά τρόπον αφηρημένο το δόγμα της Αγίας Τριάδος, αλλά συζητούσαν αυτό το συγκεκριμένο πρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης, το οποίον απεκαλύφθη στους Προφήτες και μετά εν σαρκί στους Αποστόλους».
Έτσι, δόγμα ονομάζεται η οριοθέτηση της αποκαλύψεως. Στην ουσία, όμως, το δόγμα δείχνει τον αποκαλυπτόμενο εν δόξη Χριστό. Πρόκειται για την έκφραση των θεοφανειών, τόσο της Παλαιάς όσο και της Καινής Διαθήκης. Το δόγμα δεν είναι μια απλή εξωτερική ομολογία, αλλά είναι η διατύπωση της αποκαλυπτικής αλήθειας. Και αυτό το έκαναν οι Άγιοι Πατέρες, γιατί υπήρχε ειδικός λόγος, αφού οι αιρετικοί αμφισβητούσαν την αποκάλυψη. Έτσι, υπάρχει διαφορά μεταξύ δόγματος και ερμηνείας.
«Για τους Πατέρες της Εκκλησίας, όταν λέμε δόγμα της Αγίας Τριάδος είναι οι θεοφάνειες. Δεν είναι ούτε τρεις υποστάσεις, ούτε μία ουσία, ούτε το ομοούσιος, τίποτα απ’ αυτά τα πράγματα, τα οποία είναι νοηματικά κριτήρια εναντίον των αιρετικών, τα οποία οι Πατέρες, όταν κάνανε ερμηνεία περί Αγίας Τριάδος, δεν τα χρησιμοποίησαν αυτά. Αυτά είναι για τους αιρετικούς.
Όταν κάνουν μαθήματα εσωτερικά μέσα στην Εκκλησία (δηλαδή, ομιλίες στους Χριστιανούς), κάνουν ερμηνεία. Αγία Τριάδα είναι οι θεοφάνειες της Παλαιάς Διαθήκης. Γιατί ψέλνουμε την αποκάλυψη της Αγίας Τριάδος στην Βάπτιση του Χριστού; Διότι αποκαλύφθηκε στον Ιωάννη τον Βαπτιστή ότι ο Χριστός είναι ο Άγγελος Κυρίου της Παλαιάς Διαθήκης, ότι βλέποντας τον Χριστό βλέπουμε τον Πατέρα, εν Πνεύματι Αγίω».
Επομένως, τα δόγματα χρησιμοποιούνται ως φάρμακα για τους άρρωστους πνευματικά, προκειμένου να θεραπευθούν.
«Το δόγμα και η θεολογία είναι φάρμακα. Όταν έρθη η υγεία, δεν παίρνουμε πλέον φάρμακα· παίρνουμε τα φάρμακα όταν είμαστε άρρωστοι. Ο άνθρωπος είναι άρρωστος, διότι δεν είναι σε θέση να βλέπη τον Θεό, δεν είναι προετοιμασμένος, διότι δεν έχει αγάπη. Και το ότι δεν έχει αγάπη σημαίνει ότι είναι άρρωστος».
Όπως ο ασθενής λαμβάνει φάρμακα για να θεραπευθή, να αποκτήση την υγεία, έτσι και ο πνευματικά ασθενής χρησιμοποιεί τα φάρμακα για να θεραπευθή, να φθάση στην θέωση. Βεβαίως, όταν φθάση στην θέωση, τότε τα δόγματα-φάρμακα είναι ανεπαρκή. Δεν καταργούνται από την Εκκλησία, διότι θα χρειασθούν για άλλους άρρωστους, αλλά είναι ανεπαρκή και αχρείαστα γι’ αυτόν που φθάνει στην θέωση και βλέπει την δόξα του Θεού.
«Τα δόγματα δεν είναι μόνιμη κατάσταση, αλλά είναι φάρμακα, και τα φάρμακα ως σκοπό έχουν να καταργηθούν, όταν θεραπευθή ο άρρωστος. Όταν θεραπευθούμε, δεν έχουμε ανάγκη πλέον από φάρμακα και έτσι τα δόγματα υπάρχουν, εφ’ όσον δεν βλέπουμε τον Χριστόν εν δόξη. Αφού βλέπουμε τον Χριστόν εν δόξη, τότε καταργείται το δόγμα. Και ποια είναι τα δόγματα; Είναι περί Χριστολογίας και περί Αγίας Τριάδος. Τι χρειάζονται τα ρητά και τα νοήματα περί ενσαρκώσεως και περί Αγίας Τριάδος, όταν βλέπουμε τον Χριστό, ως Αγία Τριάδα και ενσάρκωση;».
Βεβαίως, τα δόγματα των Οικουμενικών Συνόδων είναι απαραίτητα και για τους θεουμένους, γιατί δι’ αυτών οριοθετείται η αποκαλυπτική αλήθεια. |
|
Δόγμα και Υπερδογματισμός
Στο ερώτημα αυτό, όπως άλλωστε συμβαίνει και σε όλα σχεδόν τα θέματα, οι περισσότεροι δεν εκλέγουν την μέση οδό της αληθείας αλλά υποκινούμενοι από τα εσωτερικά τους πάθη και τις προσωπικές τους αντιλήψεις εξακοντίζονται στα άκρα, είτε στο ένα είτε στο άλλο. Έτσι, πολλοί πιστεύουν ότι η σωτηρία του ανθρώπου εξαρτάται αποκλειστικά από την δογματική του τοποθέτηση και ότι αρκεί η γνώση των ορθών χριστιανικών δογμάτων για να εξασφαλίσει στον πιστό μια θέση στην Βασιλεία του Θεού.
Ακριβώς στην άλλη άκρη βρίσκουμε ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων, που για πολλούς λόγους, που θα εξηγήσουμε στην συνέχεια, πιστεύουν ότι τα δόγματα της χριστιανικής πίστεως είναι άχρηστα. Και μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις, επικίνδυνα και πως το βάρος της προσπαθείας μας για την σωτηρία πρέπει να πέφτει στον τομέα της ηθικής και των καλών έργων. Όμως και οι δυο αυτές ακραίες τοποθετήσεις είναι νοσηρές και επιζήμιες και καμία απ’ αυτές δεν οδηγεί τον άνθρωπο στην κατά Χριστόν τελείωση και ολοκλήρωση αλλά αντίθετα, δεν τον αφήνει να βρει τον ίσιο δρόμο της σωτηρίας.
Άνθρωποι που ενστερνίζονται και υιοθετούν μια από αυτές τις δυο εσφαλμένες θέσεις περί των δογμάτων της πίστεως βρίσκονται σε όλες τις χριστιανικές ομολογίες. Αντιπροσωπευτικά δείγματα, δυστυχώς όχι λίγα αλλά πάρα πολλά, βρίσκουμε και μέσα στην Ορθοδοξία. Αν και υπάρχουν, λοιπόν, άνθρωποι ακόμα και μέσα στον χώρο της Ορθοδοξίας με αυτές τις εσφαλμένες αντιλήψεις, είτε της μιας αποχρώσεως είτε της άλλης, εν τούτοις η Εκκλησία καταδικάζει αυτές τις θέσεις ως εσφαλμένες και επιβλαβείς υποδεικνύοντας και οριοθετώντας την οδό της αληθείας, την μέση και ισόρροπη οδό. Αντίθετα, τα φαινόμενα αυτά στην πλειοψηφία των άλλων χριστιανικών ομολογιών προσλαμβάνουν χαρακτήρα καθολικό και αυτές οι εσφαλμένες αντιλήψεις επέχουν θέση επίσημης διδασκαλίας και στόχο της νοοτροπίας των πιστών. Τις περισσότερες φορές οι εσφαλμένες αντιλήψεις και ακραίες τοποθετήσεις σε διάφορα ζητήματα και κυρίως τα θεολογικά, προέρχονται από την παρεξηγημένη ερμηνεία ή παρερμηνεία ορισμένων λέξεων, ειδικά όταν η τελευταία αναμιγνύεται με τον εγωισμό, την υπερηφάνεια και άλλα παρόμοια πάθη και νοσήματα της ανθρώπινης ψυχής. |
|
Η έννοια της λέξης «δόγμα»
Πριν, λοιπόν, αναφερθούμε με λεπτομέρεια στην κάθε μια από αυτές τις δυο ακραίες τοποθετήσεις περί της θέσεως και της αξίας του δόγματος στην χριστιανική τελείωση του ανθρώπου και πριν εκθέσουμε την ορθή διδασκαλία της Εκκλησίας, είναι χρήσιμο να εξετάσουμε τι ακριβώς σημαίνει η λέξη και πως χρησιμοποιείται από τους συγγραφείς της Αγίας Γραφής αλλά και τα υπόλοιπα αγιασμένα μέλη της Εκκλησίας, έτσι ώστε να γίνουν φανερές οι παρεκτροπές και αλλοιώσεις της που θα αναφέρουμε στη συνέχεια.
Η λέξη «δόγμα» προέρχεται από το ρήμα «δοκώ» και προσδιόριζε μια αυθεντική απόφανση που είχε υποχρεωτικό χαρακτήρα και κύρος. Έτσι χρησιμοποιήθηκε για να δηλώνει τα θεωρητικά ή πρακτικά αξιώματα που έθετε ο ιδρυτής της εκάστοτε φιλοσοφικής – κυρίως – σχολής και είχαν υποχρεωτικό χαρακτήρα για τους μαθητάς ή οπαδούς της σχολής. Κατ’ επέκτασιν, η λέξη «δόγμα» χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει κυριαρχική απόφαση της νομίμου αρχής, μ’ άλλα λόγια, νόμους και διατάγματα της εξουσίας. Με αυτήν την έννοια χρησιμοποιείται πολλές φορές και στην Παλαιά Διαθήκη, κατά την μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο΄): «τότε ο βασιλεύς εν θυμώ και οργή είπεν απολέσαι πάντας τους σοφούς Βαβυλώνος· και το δόγμα(=το διάταγμα, η απόφασις) εξήλθε, και οι σοφοί απεκτέννοντο» (Δαν. β΄2, 12-13). Με την ίδια έννοια χρησιμοποιείται και από τον Ευαγγελιστή Λουκά: «εξήλθε δόγμα(=διάταγμα) παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην» (Λουκά β΄/2, 1). Είναι φυσικό, λοιπόν, αυτή η λέξη να χρησιμοποιείται για να δηλώνει τις υποχρεωτικά επιβεβλημένες διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου και πράγματι, έτσι την χρησιμοποιεί ο Απόστολος Παύλος στην προς Εφεσίους επιστολή του: «τον νόμον των εντολών εν δόγμασιν (=δηλαδή τον νόμο των εντολών που συνίστατο από διατάγματα ή διατάξεις)» (Εφ. β΄/2, 15). Με την ίδια έννοια απαντάται και στο Κολ. β΄/2, 14 [«εξαλείψας το καθ' ημών χειρόγραφον τοις δόγμασιν ό ην υπεναντίον ημίν»].
Παρατηρούμε, λοιπόν, σαφώς ότι ο Απ. Παύλος χρησιμοποιεί την λέξη «δόγματα» για να περιγράψει τις διατάξεις και εντολές του Θεού προς τους Ισραηλίτες. Αλλά «δόγματα» χαρακτηρίζονται από τον Ευαγγελιστή Λουκά και οι αποφάσεις της πρώτης Αποστολικής Συνόδου, στην Ιερουσαλήμ: «Ως δε διεπορεύοντο τας πόλεις, παρεδίδουν αυτοίς φυλάσσειν τα δόγματα τα κεκριμμένα υπό των αποστόλων και των πρεσβυτέρων των εν Ιερουσαλήμ» (Πράξ. ις΄/16, 4) (=και καθώς περνούσαν από τας πόλεις παρέδιδαν εις αυτούς τα δόγματα(=τις αποφάσεις) που είχαν εγκριθεί από τους Αποστόλους και τους πρεσβυτέρους εις την Ιερουσαλήμ δια να τας τηρούν). Δόγματα, λοιπόν, είναι και οι εκκλησιαστικές αποφάσεις που αποσκοπούν στην στερέωση και διατήρηση των πιστών στο σώμα του Χριστού στην Εκκλησία. Είναι φανερό ότι υπάρχει μια ουσιώδης και βασική διαφορά ανάμεσα στα δόγματα, δηλαδή στις διατάξεις των φιλοσοφικών σχολών και των βασιλέων απ’ τη μια μεριά και στα εκκλησιαστικά δόγματα, από την άλλη. Διότι τα δόγματα που ενεκρίθησαν από τους Αποστόλους και τους πρεσβυτέρους στην Ιερουσαλήμ είχανε ρητώς την σφραγίδα του Θεού. Το ίδιο το κείμενο των εκκλησιαστικών αποφάσεων έλεγε: «έδοξε γαρ (δηλαδή, απεφασίσθη από) τω Πνεύματι τω Αγίω και ημίν» (Πράξ. ιε΄/15, 28). Η ειδοποιός, λοιπόν, διαφορά που διαχωρίζει τα δόγματα της γνήσιας εκκλησίας του Χριστού από όλους τους υπολοίπους ανθρώπινους οργανισμούς, οργανώσεις και σχολές, είναι ότι τα δόγματα της Εκκλησίας έχουν αποτυπωμένη την σφραγίδα της θείας αποκαλύψεως. Ενώ, στις άλλες περιπτώσεις, τα δόγματα είναι ανθρώπινες διατάξεις.
Θα μπορούσαμε, συνοψίζοντας, να πούμε, ότι γνήσια εκκλησιαστικά δόγματα είναι όλες οι εκ Θεού αποκεκαλυμμένες θεωρητικές και πρακτικές αλήθειες της πίστεως οι οποίες, από παλιά, κηρύσσονται από την Εκκλησία και βιούνται από τα μέλη της και οι οποίες στόχο και θέμα έχουν την εν Χριστώ σωτηρία των πιστών.
|
|